Οι χθεσινές ανακοινώσεις του Υπουργείου Οικονομικών, με τις αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες στη συντριπτική πλειοψηφία των ακινήτων της Λέσβου, έκαναν αίσθηση, γιατί ενώ αναμέναμε δικαιότερη αναπροσαρμογή, μετά την αύξηση του 2018 που προκάλεσε άλλωστε τις αντιδράσεις όλων των φορέων του νησιού, τελικά έχουμε περαιτέρω αύξηση τιμών στις αντικειμενικές αξίες, γεγονός που δείχνει ότι το Υπουργείο δεν έλαβε καθόλου υπόψη την κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει το νησί με το μεταναστευτικό.
Η επικαιροποίηση των αξιών που ανακοινώθηκε χθες, αδικεί κατάφωρα τη Λέσβο, ειδικά σε αυτήν την κρίσιμη συγκυρία που επιχειρεί να επανεκκινήσει και να μπει σε μια κανονικότητα, μετά την εξαετή ταλαιπωρία που έχει υποστεί σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, λόγω των επιπτώσεων που προκάλεσε το μεταναστευτικό, περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή της χώρας μας.
Το γεγονός δε ότι στη γειτονική Χίο, οι αντικειμενικές αξίες που ανακοινώθηκαν εμφανίζουν αισθητή μείωση, δημιουργεί πρόσθετη δυσαρέσκεια ότι δεν τηρήθηκαν τα ίδια «μέτρα και σταθμά», πολύ περισσότερο όταν η Λέσβος έχει βρεθεί σε δυσμενέστατη θέση τα τελευταία χρόνια και έχει πληγεί ανεπανόρθωτα από την μεταναστευτική κρίση. Όταν μάλιστα παρατηρούνται επιπλέον αυξήσεις σε περιοχές που δεν υπάρχει τουριστική ανάπτυξη και είναι καθαρά αγροτοκτηνοτροφικές, τότε η αίσθηση της άδικης μεταχείρισης ενισχύεται.
Είναι γεγονός ότι οι νέες αυξήσεις και οι επιβαρύνσεις που αυτές προκαλούν, αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα στην προσπάθεια που επιχειρούμε ως τόπος και κοινωνία, μετά την υποβάθμιση και τη στασιμότητα που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια, για ανάκαμψη και επιστροφή στην ανάπτυξη.
Τούτων δοθέντων, λοιπόν, ο Δήμος Μυτιλήνης καλεί το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει όλα τα δεδομένα, που προκύπτουν από την κατάσταση του νησιού και να καθορίσει νέες τιμές αντικειμενικών, που δεν προκαλούν αδικίες και θα ανταποκρίνονται στις πραγματικές δυνατότητες της Λέσβου και των κατοίκων της. Είναι μια πράξη έμπρακτης στήριξης του νησιού, τώρα που επιχειρεί να επανέλθει στην κανονικότητα που τόσο στερήθηκε από «εξωγενείς» παράγοντες.
Αναμένουμε την ανταπόκριση του Υπουργείου Οικονομικών και ευελπιστούμε ότι θα διορθώσει τις όποιες αδικίες.